Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ὠκεανὸς ἀτλαντικὸς ζ

См. также в других словарях:

  • ωκεανός — Σύμφωνα με την αρχαία ελληνική αντίληψη, ο Ω. ήταν τεράστιος ποταμός από τον οποίο ανέτειλαν η Ηώς, ο Ήλιος και οι αστέρες, και σε αυτόν βυθίζονταν όταν έδυαν. Οι αρχαίοι πίστευαν επίσης πως πέρα από τον Ω. υπήρχε ο ζοφερός Άδης. Κατά την αρχαία… …   Dictionary of Greek

  • ατλαντικός — ή, ό (Α Ἀτλαντικός, ή, όν) [Άτλας] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον Άτλαντα νεοελλ. 1. το αρσ. ως ουσ. ο Ατλαντικός ο Ατλαντικός Ωκεανός, η θαλάσσια έκταση που απλώνεται ανάμεσα στις ηπειρωτικές μάζες της Ευρώπης και της Αφρικής (προς τα… …   Dictionary of Greek

  • Ατλαντικός ωκεανός — Θαλάσσια έκταση (106.100.000 τ. χλμ.) ανάμεσα στην Ευρώπη και την Αφρική και τη Βόρεια και Νότια Αμερική. Ανάμεσα στις ηπειρωτικές μάζες της Ευρώπης και της Αφρικής στα ανατολικά και στα δυτικά της Αμερικής απλώνεται η απέραντη θαλάσσια έκταση… …   Dictionary of Greek

  • άτλαντας — ο (Α ἄτλας και Ἄτλας, αντος) 1. ο μυθικός γίγαντας που βαστούσε τους στύλους του ουρανού 2. ονομασία ανδρικών αγαλμάτων που στήριζαν τον θριγκό οικοδομήματος 3. ο αυχενικός σπόνδυλος στον οποίο στηρίζεται το κεφάλι νεοελλ. 1. συλλογή χαρτών 2.… …   Dictionary of Greek

  • κυκλώνας — Σύστημα που συνδυάζει χαμηλές πιέσεις και ισχυρούς ανέμους. Αντίθετης μορφής είναι οι καλούμενοι αντικυκλώνες ή υφέσεις, που αποτελούνται από υψηλές πιέσεις και ανέμους σχετικά μικρής έντασης. Οι κ. αποτελούν μια βίαιη ατμοσφαιρική διατάραξη… …   Dictionary of Greek

  • Η Διώρυγα του Σ — Τεχνητός υδάτινος δρόμος με διαδρομή 161 χλμ. μέσα από τον ομώνυμο ισθμό, συνδέει τη Μεσόγειο (Ατλαντικός ωκεανός) με την Ερυθρά θάλασσα (Ινδικός ωκεανός). Σχέδια για τη σύνδεση των δύο θαλασσών χρονολογούνται από τη δεύτερη π.Χ. χιλιετία και… …   Dictionary of Greek

  • Λαπωνία — I (νορβηγ. Lapland, σουηδ. Lappland, φιλανδ. Lappi ή Saamiland, ρωσ. Laplandiya). Ιστορική γεωγραφική περιοχή (388.350 τ. χλμ.) της βόρειας Ευρώπης (Φινοσκανδίας). Βρέχεται από τη Νορβηγική θάλασσα (Ατλαντικός ωκεανός) στα Δ και από τη θάλασσα… …   Dictionary of Greek

  • Βισκαϊκός κόλπος — (Golfo de Vizcaya). Μεγάλος κόλπος που σχηματίζει ο Ατλαντικός ωκεανός μεταξύ της βόρειας ακτής της Ισπανίας και της δυτικής ακτής της Γαλλίας. Οι δύο πλευρές του, που συναντώνται σχεδόν σε ορθή γωνία, έχουν χαρακτηριστικά ριζικά αντίθετα: η… …   Dictionary of Greek

  • Λουιζιάνα — (Louisiana). Ομόσπονδη πολιτεία (123.677 τ. χλμ., 4.465.430 κάτ. το 2000) των ΗΠΑ, στο νότιο τμήμα της χώρας. Βρέχεται από τον Κόλπο του Μεξικού (Ατλαντικός ωκεανός) στα Ν, συνορεύει με το Τέξας στα Δ και με τις πολιτείες Αρκάνσας στα Β και… …   Dictionary of Greek

  • Μπέργκεν — (Bergen). Πόλη (229.496 κάτ.) της νοτιοδυτικής Νορβηγίας, πρωτεύουσα της κομητείας Χόρνταλαντ (15.634 τ. χλμ.). Χτισμένο κατά το μεγαλύτερο μέρος σε μια χερσόνησο μεταξύ δύο δευτερευόντων βραχιόνων του Μπίφιορντ (Ατλαντικός ωκεανός), το Μ. είναι… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»